top of page

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ FOREVER


Όταν για πρώτη φορά άκουσες τον όρο Room Service. Όταν σε πείσανε να φας English Breakfast. Όταν αγόρασες πακέττο διακοπών. Και θυμόσουν ακόμα το σπίτι στο χωριό, την κατσαρόλα στο γκάζι, την μακαρονάδα με τη μυζήθρα και τη φρέσκια τομάτα, το ποδήλατο τα μαγαζιά της παραλίας, το πρώτο σου παγωτό, το πρώτο βυζί πίσω απο τις πετσέτες, το πρώτο σου καλοκαίρι στα Μέθανα, τον Πόρο, την Επίδαυρο, την Αίγινα, την Σαλαμίνα.

Και πως κατάντησες τώρα έτσι; Με σολωμούς αλά κρεμ και σος μπαλσαμικού, να ρουφάς τους εσπρέσσο σαν χασάπης που κέρδισε στο χρηματιστήριο, και τι δουλειά έχεις στο μπιτσόμπαρο με τα ημιθανή γκομενάκια, να παίζεις νευρικά στα δάκτυλα τα κλειδιά γερμανικού κωλάμαξου, 2.5 τόνοι σίδερα με 2500 cc για να κινούν τα σίδερα, πίνοντας άγγουρες γκαζόζες και να διψάς, να διψάς για φως και ελευθερία και να πίνεις μοχίτο, υπάρχουν άραγε άνθρωποι που έχουν ακόμα πατρίδα, άνθρωποι που τίμησαν την παιδική τους ηλικία; (γιατί, τι άλλο είναι η πατρίδα;)

Υπάρχουν ναι.

Είναι καλλιτέχνες, ή μυστήριοι, αλλά υπάρχουν. Που τιμούν την αισθητική των αναμνήσεών τους για να ζούν μεσα της, για να μπορούν να την ζωγραφίσουν. Να συνομιλούν μαζί της. Αδιαφορώντας καταφανώς για την κατάντια του πλήθους. Το όνομά του δεν θα το πω ακόμα. Είναι γνωστός ζωγράφος, από τους καλούς. Όσοι τον ξέρουν, ξέρουν και το σπίτι. Έχουν όλοι και όλες περάσει κάποτε από εκεί. Και όσοι ξέρουν απο ζωγραφική θα το καταλάβουν πάλι αμέσως.

Βρισκόμαστε στον Γαλατά. Σε μια πλαγιά μέσα στις ελιές. Σπίτι βιαστικό νοικιάρικο, μοιάζει να χτίστηκε σε μιάμιση νύχτα. Εφοδιασμένο μόνο με τα απολύτως απαραίτητα. Με τον χρόνο παρόντα. Και την φθορά να αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο της ματιέρας των υλικών. Όταν ανοιγεις την πόρτα χυμάει μέσα ο ήλιος μαζί με την θάλασσα. Η ζωή εδώ είναι σαν αναφορά στην ζωή. Είναι κάρακτερ της ζωής που χάσαμε. Κι ο καλλιτέχνης θέλει να κινείται μέσα σε αυτήν και να αντλεί το κρυφό της φως.

Με στρίμωξε ο Κώστας ο Παπανικολάου άσχημα μέσα στη σκηνογραφία της πραγματικότητάς του, που είναι βεβαίως πραγματικότητα κοινή, στο όνομα του Ελληνικού Λαού, μα αφημένη σε κάποια γωνία, σαν την γυναίκα που την έχουνε όλοι για σίγουρη και μένει τελικά γεροντοκόρη.

Βάδισα μαζί του στα χρώματά του και στις στέρεες γραμμές του. Από τις σκιές των λιόδεντρων μέχρι την πανήγυρη της Αγίας Ελεούσας (αν δεν με απατά η μνήμη μου περί του ονόματος της Αγίας) με ορχήστρα αθλίων βλαχοβλαχόκ κατακρεούργηση του δημοτικού από βυζούδες αρτίστες και γουρνοπούλα σε μπλε νάϋλον σακούλα.

Ευτυχής συγκυρία τα High Speed. Μετέτρεψαν την Μύκονο σε Σαλαμίνα. Σε 2 ώρες όλες οι βλαχάρες είναι εκεί. Κι έτσι η ίδια η Σαλαμίνα, ο Πόρος, η Επίδαυρος, η Καλλονή (όνομα και πράγμα) έμειναν ως είχαν. Έμειναν στο 60 και στο 70. Σαν τόποι διακοπών μιας μεγαλούπολης που διεστράφη. Κι έτσι θα παραμείνουν. Η πιο όμορφη διαδρομή της χώρας θα κρύβει πάντοτε τους άθλους του Ηρακλή, τους φαντάρους που κάνουν πορεία στα Εξαμίλια, τις υπέροχες Κεχρεές, τα γουρλωμένα μάτια μπροστά στο θέαμα της παλιάς Επιδαύρου από ψηλά και το γαλήνεμα του βλέμματος και της ψυχής μπροστά στη βαθειά σκούρα θάλασσα με τα διάσπαρτα νησάκια και τα ακρωτήρια που μπαίνουν απο παντού στο κάδρο.

Στο βάθος, ο παρατηρητικός ταξιδιώτης, θα δεί, πίσω από την Αιγινα, σαν θεριό νεκρό, τα λευκά κόκκαλα του Πειραιά πεταμένα στη γραμμή του απώτατου ορίζοντα. Και ένα απερίσκεπτο, ανακλαστικό χαμόγελο θα διαγραφεί στα χείλη του.


δημοφιλή
πρόσφατα
αρχείο
Follow Us
  • Facebook Basic Square
  • Twitter Basic Square
  • Google+ Basic Square
bottom of page